Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

Η προσφορά του θεσμού των σχολικών συμβούλων στη σύγχρονη ελληνική παιδεία



Η προσφορά του θεσμού των σχολικών συμβούλων στη σύγχρονη ελληνική παιδεία 

Η διατήρηση καί ενίσχυση του θεσμού των σχολικών συμβούλων δεν είναι απαίτηση μιας συντεχνίας... 

Ανέκαθεν πίστευα, ότι ο εκπαιδευτικός οφείλει να προσφέρει τη γνώμη του στην κοινωνία, όταν διαπιστώσει ότι αυτή προβληματίζεται έντονα για κάποιο σοβαρό ζήτημα παιδείας, και μάλιστα όταν κινδυνεύει να υποπέσει σε ολίσθημα. Διότι ολίσθημα θα είναι τυχόν απαγόρευση, συρρίκνωση ή στρέβλωση ενός θεσμού ο οποίος έχει ήδη προσφέρει και είναι σε θέση να προσφέρει και στο μέλλον πολλά στην παιδεία. 

Η διατήρηση καί ενίσχυση του θεσμού των σχολικών συμβούλων δεν είναι απαίτηση μιας συντεχνίας ώστε να κατοχυρώσει τάχα τα προνόμιά της, διότι έτσι κι αλλιώς οι σχολικοί σύμβουλοι δεν είναι προνομιούχοι, είναι σκληρά εργαζόμενοι. Πρόκειται λοιπόν για ανάγκη της παιδείας. 

Και όταν οι ανάγκες της παιδείας παραβλέπονται, όταν παραβλέπεται και αυτή ακόμη η πραγματικότητα, όταν επιχειρείται να δοθούν βιαστικές ή εκβιαστικές λύσεις ή, ακόμη χειρότερα, όταν δημιουργούνται προβλήματα εκ τού μη όντος, ή όταν λόγω κακού σχεδιασμού δημιουργούνται νέα σοβαρότερα προβλήματα κατά την προσπάθεια να επιλυθούν παλαιά χρονίζοντα, τότε ξεσπούν όλες οι προχειρότητες επάνω στους εκπαιδευτικούς και στα παιδιά μας. Θα αναφέρουμε μερικά από τα πάμπολλα παραδείγματα ατυχών μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων, τα οποία έζησε η παρούσα γενιά εκπαιδευτικών: Ποιός ξεχνά, ότι η τρίμηνη εισαγωγική επιμόρφωση στα Περιφερειακά Επιμορφωτικά Κέντρα για αδιόριστους εκπαιδευτικούς ίσχυσε μόνο για τρεις σχολικές χρονιές (1992-1994)[1] και σήμερα δεν λογίζεται ως συντάξιμος χρόνος για όσους την υπέστησαν; Ποιός ξεχνά ότι το 1995 επιχειρήθηκε εσπευσμένη εισαγωγή τής περιγραφικής αξιολογήσεως των μαθητών χωρίς προηγούμενη επαρκή μελέτη και απητείτο από τους εκπαιδευτικούς να απαντούν σε πλήθος ερωτήσεων για κάθε μαθητή, ενώ ο κάθε εκπαιδευτικός είχε πλήθος μαθητών ή πλήθος μαθημάτων και κινδύνευε έτσι να πνιγεί σε ένα πέλαγος γραφειοκρατίας; Κι όπως ήταν φυσικό απέτυχε το εν λόγω εγχείρημα προτού καν εφαρμοσθεί. Ποιός θα ξεχάσει το αμίμητο σύστημα των εικοσιοκτώ πανελληνίως εξεταζομένων μαθημάτων σε δευτέρα και τρίτη λυκείου, το οποίο ίσχυσε για δύο μόλις σχολικές χρονιές (1998-1999, 1999-2000) και ταλαιπώρησε μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς - ίσχυσε αφού οι εμπνευστές του είχαν προειδοποιηθεί ότι θα αποτύχει, αλλά παρ΄ όλα αυτά το διαφήμιζαν με τον απίστευτο χαρακτηρισμό "ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια"! 

Και αποσαφηνίζω ένα πράγμα, ώστε να προλάβω τυχόν επιφανειακές αντιδράσεις, οι οποίες μάλιστα διατυπώνονται κατά κανόνα ανώνυμα και μάλιστα με απίστευτης εντάσεως δογματισμό: δεν με ενδιαφέρει αν θα είμαι σχολικός σύμβουλος και αύριο, με ενδιαφέρει αφ΄ ενός μεν να επιτελέσω το καθήκον μου σωστά σήμερα και αφ΄ ετέρου να μη καταστραφεί ο θεσμός αυτός λόγω τυχόν ελλειπώς σχεδιασμένων μεταρρυθμίσεων, αντί να ενισχυθεί και βοηθηθεί στο έργο του. 

Και γιατί πρέπει να ενισχυθεί αντί να καταστραφεί, συρρικνωθεί, απενεργοποιηθεί ή έστω στρεβλωθεί; Διότι μέσα στα τριανταπέντε χρόνια θητείας τα οποία αριθμεί ο θεσμός, καθιερώθηκε στη συνείδηση των εκπαιδευτικών ότι έχει προσφέρει, έχει προσφέρει στη βελτίωση της ποιότητας της παιδείας. Έχει προσφέρει, διότι όσοι υπηρέτησαν υπό αυτή την ιδιότητα εργάσθηκαν και κουράσθηκαν με ζήλο και αυταπάρνηση, και τυχόν εξαιρέσεις δεν αναίρεσαν τον κανόνα. 

Καθιερώθηκε στη συνείδηση των εκπαιδευτικών, ότι έχουν ένα συμπαραστάτη στο δύσκολο έργο τους, πως υπάρχει ένας θεσμικός παράγοντας ο οποίος είναι πρόθυμος να τούς προσφέρει, επειδή έχουν τη δυνατότητα να τού εκθέσουν ό,τι προβλήματα αντιμετωπίζουν. 

Επιτέλεσαν και επιτελούν οι σχολικοί σύμβουλοι καίριο έργο στον τομέα της υπηρεσιακής επιμορφώσεως των εκπαιδευτικών, τής εισαγωγικής για νεοδιόριστους και της τακτικής για έμπειρους. Με ποιά μέσα το επιτυγχάνουν αυτό: 

Κατ΄ αρχήν με σεμινάρια, τα οποία διοργανώνει ο καθένας σχολικός σύμβουλος για την ειδικότητά του ή και ομάδες σχολικών συμβούλων σε συνεργασία μεταξύ τους. Τα σεμινάρια αυτά δεν διοργανώνονται στην τύχη. Τα διοργανώνουν οι σχολικοί σύμβουλοι, αφού έχουν πρώτα έχουν επισκεφθεί σχολεία της περιοχής δικαιοδοσίας τους και έχουν συζητήσει με τους εκπαιδευτικούς, έχουν διδάξει μαθήματα μαζί τους ή έχουν διδάξει μαθήματα στους μαθητές τών σχολείων παρουσίᾳ τού ίδιου τού εκπαιδευτικού και κατ΄ αυτόν τον τρόπο έχουν λάβει γνώση τόσο τού επιπέδου, όσο και του δυναμικού των μαθητών. Γι΄ αυτό και τα σεμινάρια αυτά ανταποκρίνονται στις αληθινές ανάγκες τών εκπαιδευτικών και των παιδιών και δεν αποτελούν απλώς και μόνον κοινωνικές εκδηλώσεις επιδείξεως πολυμάθειας, ούτε αποσκοπούν εική και ως έτυχε σε επίδειξη δραστηριότητας, όπως κατά κανένα τρόπο δεν αποσκοπούν σε "απορρόφηση" κονδυλίων και επιδοτήσεων. 

Ένας ακόμη τρόπος επιμορφώσεως των εκπαιδευτικών, τον οποίο έχουν χρησιμοποιήσει επί σειρά ετών με επιτυχία οι σχολικοί σύμβουλοι, είναι οι δειγματικές διδασκαλίες. Η δειγματική διδασκαλία δεν είναι κάτι απλό, δεν μπορεί να την παρουσιάσει επιτυχώς όποιος δεν ανήκει ως διορισμένος εκπαιδευτικός στη βαθμίδα παιδείας στην οποία ανήκουν οι μαθητές τους οποίους διδάσκει, όπως επίσης όποιος δεν έχει διδακτική πείρα εν γένει, αλλά και πείρα σε αυτές καθ΄ αυτές τις δειγματικές διδασκαλίες[2]. Απαιτεί επίπονη προετοιμασία, ώστε αφ΄ ενός μεν να παρουσιάζει στους εκπαιδευτικούς κάτι πέραν των γνωστών και τετριμμένων, αφ΄ ετέρου δε να μη φορτώνει τη διδασκαλία πέραν των δυνατοτήτων τών συγκεκριμένων μαθητών[3]

Διοργανώνουν, και πάλι έχοντας διερευνήσει τις επιμορφωτικές ανάγκες των συναδέλφων, απλών εκπαιδευτικών ή ακόμη και διευθυντών σχολείων, ημερίδες όπου προσκαλούν ως επιμορφωτές ειδικούς για ζητήματα παιδοψυχολογίας, μαθησιακών δυσκολιών, καθώς και για οποιαδήποτε άλλη ανάγκη η πρόβλημα τυχόν παρουσιάζουν παιδιά της περιοχής ευθύνης τους. 

Σημαντική είναι και η παρέμβαση των σχολικών συμβούλων προς επίλυση αποριών των εκπαιδευτικών για το πώς η εκάστοτε υπουργική απόφαση γίνεται εκπαιδευτική πράξη. Διότι όταν εισάγεται οποιαδήποτε εκπαιδευτική καινοτομία, η πείρα έχει αποδείξει ότι ουδέποτε επαρκούν τα κείμενα των υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων και οι αρχικές επιμορφώσεις οι διοργανωμένες από το Υπουργείο Παιδείας, ώστε να γίνεται η καινοτομία αυτή επιτυχώς και πλήρως εκπαιδευτική πράξη. Πάντοτε, όσο τέλεια οργανωμένη και αν είναι η καινοτομία, προκύπτουν πρακτικά προβλήματα, τα οποία δεν είχαν υπ΄ όψη οι σχεδιαστές της, και καλούνται οι σχολικοί σύμβουλοι να συμβάλουν στην επίλυσή τους. Χωρίς τους συμβούλους, τα ερωτήματα τών εκπαιδευτικών θα λαμβάνουν απλώς και μόνον γραφειοκρατικές απαντήσεις τού τύπου "δείτε την Α σχετική υπουργική απόφαση ή τη Β σχετική υπουργική εγκύκλιο". 

Οι σχολικοί σύμβουλοι δεν περιορίζονται να συναινούν απλώς σε προτάσεις διδακτικών επισκέψεων τάχα σαν γραφειοκράτες, αλλά προτείνουν και διδακτικές επισκέψεις σε σημεία εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος, τα οποία οι εκπαιδευτικοί δεν είχαν υπ΄ όψη. Ενίοτε προβαίνουν και στη διοργάνωση επί τόπου σεμιναρίων, ώστε να υποδείξουν στους εκπαιδευτικούς τούς πλέον ενδεδειγμένους τρόπους ώστε να διοργανώνουν τέτοιου είδους επισκέψεις[4]

Για τις ερευνητικές εργασίες δεν περιορίζονται να δίνουν τυπική έγκριση, αλλά χορηγούν και πολύτιμες συμβουλές, όπως και χρήσιμη βιβλιογραφία, το ίδιο συμβαίνει και με τις λοιπές σχολικές μαθητικές εργασίες. 

Η πείρα έχει καταδείξει, ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν ανάγκη επικοινωνίας μεταξύ τους και συντονισμού των προσπαθειών τους, την προς τούτο ευκαιρία χορηγούν οι σχολικοί σύμβουλοι με τις συναντήσεις εργασίας τις οποίες οργανώνουν. Εάν τυποποιηθούν οι συναντήσεις αυτές αυστηρώς σε "όμορα" σχολεία, τότε θα καλλιεργηθεί κλίμα τοπικισμού και θα χάσουν οι εκπαιδευτικοί πολλές ευκαιρίες επαφής και ανταλλαγής εμπειριών και γνωμών με συναδέλφους από ευρύτερες περιοχές, στις οποίες περιοχές υπάρχουν και διαφορετικά προβλήματα και προβληματισμοί. 

Οι σχολικοί σύμβουλοι δεν αρνούνται να απαντήσουν σε ερωτήματα και να συμβάλουν στην επίλυση ζεόντων προβλημάτων, τα οποία τούς εκτίθενται ακόμη και στις πλέον ακατάλληλες ώρες, διότι ως εκπαιδευτικοί γνωρίζουν πως τα ζητήματα της παιδείας δεν τελειώνουν ποτέ και γι΄ αυτό δεν αδιαφορούν γι΄ αυτά. 

Διαθέτουν υψηλού επιπέδου τυπικά και ουσιαστικά προσόντα: Σπουδές πέραν τού βασικού πτυχίου διορισμού τους, όπως δεύτερο πτυχίο, μεταπτυχιακό, διδακτορικό, διαθέτουν πολυετή διδακτική υπηρεσία, συγγραφική και ερευνητική πείρα, πείρα στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και στην επίλυση ενδοσχολικών κρίσεων. Έχουν επιμορφωθεί και αποκτήσει πιστοποιητικό καθοδηγητικής επάρκειας σε επίσημο επιμορφωτικό πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας. Έχουν ήδη υποστεί υπηρεσιακή αξιολόγηση κατά τό έτος 2014. 

Η πολυετής πείρα και τα υψηλά προσόντα των ήδη υπηρετούντων σχολικών συμβούλων ενίοτε τυγχάνουν εμπαιγμού και μάλιστα ανωνύμως από ορισμένους, οι οποίοι πιθανόν να μην είναι καν εκπαιδευτικοί. Αναμένουμε να δούμε άρθρα και μελέτες επώνυμα και τεκμηριωμένα, όπου θα αποδεικνύεται πως όσα διαθέτουν και προσφέρουν οι σχολικοί σύμβουλοι στην παιδεία είναι από αδιάφορα έως και επιβλαβή. Μέχρι τότε θα παρακαλούσα, εάν δεν έχει κάποιος επιχειρήματα ή έστω εάν δεν έχει τό θάρρος τής επώνυμης γνώμης, να μη γεμίζει το διαδίκτυο με ατεκμηρίωτους ανώνυμους ισχυρισμούς! 

Ακούσθηκε και η παγκοσμίως αμίμητη πρόταση για καθιέρωση ανωτάτου ορίου δύο θητειών ειδικά για τους σχολικούς συμβούλους! Αφού από τις αρχές τής δεκαετίας τού 1980 καθιερώθηκε το περίφημο σύστημα τής θητείας, ώστε να μη υπάρχουν μόνιμα στελέχη στην παιδεία, θα ερωτούσαμε τους εμπνευστές αυτής της ιδέας: γιατί ειδικά και μόνο για τους σχολικούς ή όπως αλλιώς και αν ονομασθούν, συμβούλους; Γιατί όχι και για όλους τους άλλους, διευθυντές σχολείων, διευθυντές εκπαίδευσης, περιφερειακούς διευθυντές εκπαίδευσης κ.ο.κ.; Μήπως π.χ. οι διευθυντές σχολείων έχουν να προσφέρουν στην παιδεία και μετά την δεύτερη θητεία τους, αλλά οι σχολικοί σύμβουλοι όχι; Πῶς διαπιστώθηκε κάτι τέτοιο; Βάσει ποίων μελετών; Και γιατί δεν θεσμοθετείται και για τους θεμελιώδεις θεσμούς τής Δημοκρατίας μας, δηλαδή βουλευτές, υπουργούς, πρωθυπουργούς; Μήπως έχουν και αυτοί κάτι να προσφέρουν στην Ελληνική Δημοκρατία και πέραν της δεύτερης θητείας τους; Και πώς είναι δυνατόν δημόσιος υπάλληλος να απομακρύνεται από τη θέση την οποία έχει υπηρετήσει ευδόκιμα επί οκταετία; Πῶς είναι δυνατόν σε δημοκρατούμενη κοινωνία να υφίσταται κάποιος ποινή χωρίς υπαιτιότητα, χωρίς ενοχή, χωρίς δίκη και καταδίκη; Δεν είναι αδικία για τον ίδιο; Και εφ΄ όσον έχει υπηρετήσει στη θέση αυτή ευδόκιμα, έχει ωφελήσει από τη θέση αυτή την κοινωνία και έχει αποκτήσει οκταετή πείρα, δεν αποβαίνει εν τέλει προς βλάβη της κοινωνίας η απομάκρυνσή του από τη θέση αυτή, αφού θα πάει χαμένη η πείρα του και η τεχνογνωσία την οποία αυτή συνεπάγεται; 

Τί προτείνουμε: να οργανωθούν τα γραφεία των σχολικών συμβούλων, έτσι ώστε να διευκολύνεται η εργασία τους, να έχει ο σχολικός σύμβουλος επαρκή βοήθεια στο δύσκολο έργο του και όχι απλώς να διατίθεται ένας γραμματέας για κάθε είκοσι συμβούλους, διότι το γραφείο δεν λειτουργεί εάν ο μοναδικός γραμματέας ασθενήσει. Να υπάρξει επαρκής υλικοτεχνική υποδομή, ώστε να μη δυσκολεύεται ο σύμβουλος ακόμη και για τα πλέον απλά πράγματα, όπως π.χ. για την έκδοση βεβαιώσεων παρακολουθήσεως για τους συμμετασχόντες σε σεμινάρια εκπαιδευτικούς. Οι περίφημες "δομές" τις οποίες ήδη διαθέτει το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να αποκτήσουν και αυτές υλικοτεχνική επάρκεια, διότι εάν π.χ. τα νυν Π.Ε.Κ., ή όπως αλλιώς και αν μετονομασθούν, αφεθούν χωρίς καν καθαρισμό, χωρίς καν δυνατότητα προβολών σε τυχόν παρουσιάσεις προγραμμάτων, τότε θα είναι σχεδόν άχρηστα, όπως και οι λοιπές "δομές". Και ομιλώ για πράγματα τα οποία έχω δοκιμάσει προσφάτως εκ τού σύνεγγυς[5]. Σύμβουλος δεν πρέπει να παύσει να τοποθετείται ο έμπειρος εκπαιδευτικός. Μέχρι στιγμής ίσχυε, ότι υποψηφιότητα για σύμβουλος είχε δικαίωμα να θέσει εκπαιδευτικός με τουλάχιστον δεκαέξι έτη υπηρεσίας, δώδεκα από τα οποία θα έπρεπε να είναι καθαυτό διδακτική υπηρεσία στη βαθμίδα για την οποία επιδιώκει να υπηρετήσει ως σύμβουλος. Εάν προτιμηθούν για τέτοιου είδους θέσεις ευθύνης εκπαιδευτικοί χωρίς πείρα, τότε, πιστεύω, ότι και το αποτέλεσμα της εργασίας τους θα είναι ανάλογο της μικρής τους πείρας. 

Το καθηκοντολόγιο των συμβούλων πρέπει να καταστεί περισσότερο σαφές από ό,τι μέχρι στιγμής, χωρίς όμως και να καταλήξει να περιορίζει την αυτενέργειά τους. Ο σχολικός σύμβουλος για να δράσει σωστά και ωφέλιμα για την παιδεία, είναι απαραίτητο να έχει τη δυνατότητα αυτενέργειας και δημιουργικής δράσεως. Άλλως θα καταντήσει γραφειοκράτης κινούμενος σε προκατασκευασμένα πρότυπα, ανίκανος να βοηθήσει ουσιαστικά στη βελτίωση τής παιδείας. 

Σε κάθε νέα κρίση συμβούλων να λαμβάνονται υπ΄ όψη και να αξιολογούνται τα πεπραγμένα τού καθενός συμβούλου κατά τη διάρκεια τής θητείας του, ώστε όσο διαρκεί η θητεία του να ωθείται να επικεντρώνει τη δράση του στα καθ΄ αυτό καθήκοντά του και να μη είναι αναγκασμένος να παρουσιάζει ολοένα και περισσότερα τυπικά προσόντα από φόβο μήπως δεν επιτύχει νέα θητεία. Να θεσμοθετηθεί εν τέλει σταθερή νομοθετική βάση για τις κρίσεις τών σχολικών συμβούλων και να μη μεταβάλλεται πριν από κάθε νέα κρίση. 

Να μη πραγματοποιηθεί τυχόν οικονομική σύνθλιψη των σχολικών συμβούλων. Αν δεν υπάρχει και κάποιο υλικό κίνητρο, κανένας δεν θα προθυμοποιείται να υπομένει κόπωση, η οποία ενίοτε υπερβαίνει τα επιτρεπτά όρια και καταλήγει υπερκόπωση. Σε τέτοια περίπτωση δεν θα αναλαμβάνουν πλέον τέτοιες θέσεις ευθύνης άνθρωποι οι οποίοι έχουν αποδείξει την αξία τους στην αίθουσα διδασκαλίας και θέλουν να ωφελήσουν με την πείρα τους και άλλους, αλλά άνθρωποι οι οποίοι θεωρούν τη θέση ευθύνης ως κάλυψη της πιθανής διδακτικής ανικανότητάς τους. 

Να παταχθεί το τέρας της γραφειοκρατίας, και η ψηφιακή τεχνολογία να ελαφρύνει την εργασία όχι να την επιβαρύνει. Να μη ξεπηδούν κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς ολοένα και νέα "καθήκοντα" χωρίς μάλιστα πλήρη ενημέρωση και εκπαίδευση όλων όσων θα έχουν υποχρέωση να ανταποκριθούν σε αυτά. Αν π.χ. τίθεται σε λειτουργία μία νέα "ψηφιακή πλατφόρμα", θα πρέπει να είναι από την αρχή επιτυχώς σχεδιασμένη και να λειτουργεί επαρκώς, ώστε να μη βασανίζει όσους επιφορτίζονται με τη συμπλήρωση στοιχείων σε αυτήν. Τέτοιες καταστάσεις επιφέρουν αρνητικά αποτελέσματα στην παιδεία. 

Tα πράγματα έφθασαν πλέον σε τέτοιο σημείο, ώστε να πρέπει να βοηθηθεί ο θεσμός με παροχή πλήρους υπηρεσιακής οργανώσεως και υλικοτεχνικής υποδομής, ώστε να συνεχίσει να προσφέρει ολοένα και καλύτερες υπηρεσίες στην παιδεία. Αλλιώς θα καταντήσει να εξουδετερωθεί με ποικίλες μεθοδεύσεις, θα τιμωρηθεί χωρίς να φταίει. 

Καλό είναι να τεθούν όλα αυτά υπ΄ όψη τών υπευθύνων, οι οποίοι θα τα μελετήσουν επαρκώς και υπευθύνως, ώστε εν τέλει αφ΄ ενός μεν να βελτιωθεί ο θεσμός και να εξακολουθήσει να προσφέρει και να μη πάει χαμένη η πολυετής πείρα και τεχνογνωσία του, αφ΄ ετέρου δε να μη προκύψει αναστάτωση, η οποία θα επιφέρει ταλαιπωρία στην παιδεία και στα παιδιά μας. 




[1] Η τέταρτη χρονιά ίσχυσε κατόπιν δικαστικής αποφάσεως. 

[2] Από το 2004 έως και το 2013 υπηρέτησα στο 2ο Πειραματικό Γυμνάσιο Αθηνών, όπου απέκτησα αρκετή έμπρακτη πείρα επί τού θέματος, και όμως ως σχολικός σύμβουλος (2013 κ.ἑ.) διαπίστωσα ότι η πείρα αυτή δεν ήταν απολύτως επαρκής, διότι τη δειγματική διδασκαλία μου ως συμβούλου δεν παρακολουθούσαν πλέον φοιτητές, ούτε νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί, όπως στο πειραματικό σχολείο, αλλά έμπειροι συνάδελφοι όλων των ηλικιών και έπρεπε κατά την επακολουθούσα συζήτηση να αναπτύξω ακόμη πιό εμπεριστατωμένη επιχειρηματολογία ως προς τη μέθοδο διδασκαλίας την οποία ακολουθούσα και το περιεχόμενο διδασκαλίας το οποίο παρουσίαζα. 

[3] Και πώς γνωρίζει ο διδάσκων σχολικός σύμβουλος τούς συγκεκριμένους μαθητές, αφού δεν διδάσκει τακτικά στο σχολείο αυτό; Αυτό είναι ένα ιδιαίτερα λεπτό ζήτημα, το οποίο απαιτεί προσοχή, ώστε να μη προβαίνουμε σε τυχαίες κινήσεις, οι οποίες θα έχουν ως μοναδικό σκοπό την παρουσίαση δραστηριότητας από μέρους μας, αλλά δεν θα ωφελούν ουσιαστικά τους μαθητές μας. Προσωπικώς εφαρμόζω ένα σύστημα δικής μου επινοήσεως: Παρακολουθώ το τμήμα σε δύο διδακτικές ώρες, κατά τις οποίες διδάσκει ο συνάδελφος καθηγητής τού σχολείου, σε διαφορετικές ημέρες από εκείνη τής δειγματικής διδασκαλίας. Κατόπιν ζητώ από το σχολείο το τμήμα για μία ώρα ενωρίτερα από τη δειγματική, ώστε να έχω με τους μαθητές μία συζήτηση, η οποία θα μού επιτρέψει αφ΄ ενός να μετρήσω καλύτερα τις δυνατότητές τους, αφ΄ ετέρου δε να τους δώσω ένα δείγμα από ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει και έτσι να τους εμπνεύσω θάρρος. Αμέσως κατόπιν ακολουθεί η δειγματική με πρόσκληση και παρουσία το πολύ είκοσι συναδέλφων από τα όμορα σχολεία, διότι πιστεύω ότι η παρουσία λίαν εκτενούς ακροατηρίου ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχολογία και στην απόδοση τών μαθητών. 

[4] Επί παραδείγματι, κατά τη σχολική χρονιά 2016-17 διοργάνωσα σεμινάριο για θεολόγους καθηγητές με θέμα "οργάνωση διδακτικής επίσκεψης στα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία των Αθηνών και σχετικές προτάσεις για μαθητικές εργασίες". Σε δύο συναντήσεις, μία με τους θεολόγους καθηγητές του Πειραιά και μία με τους θεολόγους καθηγητές της Δ΄ Αθήνας, επισκεφθήκαμε τα εξής μνημεία: "αγία Δύναμη, άγιο Ελευθέριο-Παναγία Γοργοεπήκοο, μητροπολιτικό ναό Αθηνών, ανδριάντες πλατείας Μητροπόλεως, Αρχιεπισκοπή Αθηνών, Αρχοντικό Αγίας Φιλοθέης Μπενιζέλου, Άγιο Ελισσαίο, Παντάνασσα "Μοναστηράκι", Παναγία Καπνικαρέα, Άγίους Θεοδώρους πλατείας Κλαυθμώνος. 

[5] Στις 12/9/17 δίδαξα στο Π.Ε.Κ. Πειραιώς για τις δημιουργικές εργασίες στα λύκεια. Δεν κατέστη δυνατόν να έχουμε προβολή ιστοσελίδας από την οποία θα λαμβάναμε στοιχεία. Στις 13 και 14/9/17 δίδαξα για το ίδιο θέμα στο Α΄ Π.Ε.Κ. Αθηνών. Δεν υπήρχε δυνατότητα εκδόσεως βεβαιώσεων παρακολουθήσεως για τους συμμετασχόντες συναδέλφους, ο δε καθαρισμός τού κτηρίου ήταν πολύ δύσκολος, αν όχι αδύνατος. 



Ευάγγελος Στ. Πονηρός Δρ Θ., Μ.Φ. 

Σχολικός σύμβουλος θεολόγων Πειραιώς, Δ΄ Αθηνών, Κυκλάδων 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου